Πολύ συχνά θα ακούσουμε να τίθεται ο όρος τενοντίτιδα (tendinitis) σα διάγνωση όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε πόνο και δυσλειτουργία που σχετίζεται με κάποιον τένοντα. Όμως ολοένα και συχνότερα αποδεικνύεται από έρευνες πως στην πραγματικότητα πρόκειται για τενοντοπάθεια (tendinopathy). Είναι πολύ σημαντικό στη θεραπευτική πράξη να γίνεται διάκριση μεταξύ αυτών, προκειμένου να εφαρμοστεί το κατάλληλο πρωτόκολλο θεραπείας.
Η γνώση της ανατομίας και της φυσιολογίας του τένοντα είναι πολύ σημαντική προκειμένου να κατανοήσουμε τον τρόπο με τον οποίο αυτός πάσχει αλλά και επουλώνεται. Οι τένοντας λοιπόν είναι μία ινώδης κατασκευή που παρεμβάλλεται μεταξύ μυός και οστού. Ο ρόλος του είναι να μεταφέρει στο οστό τη δύναμη που παράγεται από τη μυϊκή συστολή έτσι ώστε να παραχθεί κίνηση.
Ένας φυσιολογικός τένοντας έχει μικροσκοπικά λευκό χρώμα και αποτελείται από ίνες κολλαγόνου τύπου Ι (ελάχιστα περιέχει κολλαγόνο τύπου ΙΙΙ και ΙV) και θεμέλια ουσία, η οποία λειτουργεί στηρικτικά για τις κολλαγόνες ίνες ενώ είναι πλούσια σε πρωτεογλυκάνες. Η παράλληλη διάταξη των ινών κολλαγόνου είναι αυτή που προσφέρει στον τένοντα τη μεγάλη εφελκυστική ικανότητα που διαθέτει. Η αγγείωση ενός τένοντα είναι σχετικά πτωχή πράγμα που σημαίνει ότι ο μεταβολικός του ρυθμός είναι αργός και δύσκολα επουλώνεται.
Ως τενοντίτιδα μπορούμε να ορίσουμε μια φλεγμονώδη κατάσταση του τένοντα η οποία προκαλείται από μικροτραυματισμούς που λαμβάνουν χώρα όταν η μυοτενόντια μονάδα φορτίζεται υπερβολικά ή απότομα. Άρα πρόκειται λοιπόν για μία οξεία κάκωση του τένοντα η οποία θα προκαλέσει και φλεγμονώδη αντίδραση. Από την άλλη με τον όρο τενοντοπάθεια, αναφερόμαστε σε μια χρόνια εκφυλιστική μη φλεγμονώδη κατάσταση των κολλαγόνων ινών του τένοντα, σαν αποτέλεσμα υπέρχρησης και επαναλαμβανόμενης καταπόνησης. Σε έναν εκφυλισμένο τένοντα μικροσκοπικά παρατηρείται αύξηση του ανώριμου τύπου κολλαγόνου (τύπος ΙΙΙ), μη ομαλή διάταξη των ινών αυτού, αύξηση της θεμέλιας ουσίας και αύξηση της αγγείωσης.
Οι τενοντοπάθειες θεωρούνται από τις πιο συχνές παθήσεις στο δυτικό κόσμο και προσβάλλουν όχι μόνο άτομα που ασχολούνται με αθλητικές δραστηριότητες, αλλά και εργάτες, μουσικούς κα. Προδιαθεσικοί παράγοντες για την εμφάνιση τενοντοπάθειας μπορούν να θεωρηθούν το αυξημένο σωματικό βάρος, η κατασκευή των τενόντων που μπορεί να διαφέρει ανάμεσα σε άτομα ανάλογα με την κληρονομικότητα, η υπερβολική χρήση και καταπόνηση του τένοντα καθώς και η ύπαρξη συστηματικών παθήσεων. Οι τένοντες που προσβάλλονται πιο συχνά από τενοντοπάθεια είναι αυτοί του υπερακανθίου και του δικεφάλου βραχιονίου στην ωμική ζώνη, του αχιλλείου τένοντα και του επιγονατιδικού στο κάτω άκρο ενώ από τις πιο διαδεδομένες πλέον τενοντοπάθειες θεωρούνται οι έσω και έξω επικονδυλίτιδες του αγκώνα.
Κύριο σύμπτωμα με το οποίο εκδηλώνεται η τενοντοπάθεια είναι ο πόνος κατά την κίνηση της αντίστοιχης με τον πάσχων τένοντα άρθρωση, πόνος ακόμα και στην ηρεμία, δυσκαμψία της άρθρωσης η οποία μπορεί να οδηγήσει σε επιπλέον βράχυνση και εκφύλιση του τένοντα ενώ πολλές φορές μπορεί να παρατηρηθεί οίδημα και αύξηση της θερμοκρασίας στην περιοχή.
Είναι σημαντικό να προσθέσουμε ότι ένας χρόνια εκφυλισμένος τένοντας είναι πολύ πιθανόν να παρουσιάζει συχνά επεισόδια τενοντίτιδας τα οποία ενισχύουν το φαύλο κύκλο της ατελούς επούλωσης του τένοντα. Η κλινική εξέταση είναι ικανή πολλές φορές να θέσει τη διάγνωση όμως αρκετά διαφωτιστική μπορεί να είναι μια μαγνητική τομογραφία ή ένας υπέρηχος όπου μπορεί με ακρίβεια να παρουσιαστεί η εκφύλιση του τένοντα. Η ακτινογραφία δεν απεικονίζει τον τένοντα όμως μπορεί να είναι χρήσιμη σε περίπτωση ασβεστοποίησης αυτού (εναπόθεση ανθρακικών αλάτων ασβεστίου).
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω, θα λέγαμε πως είναι πολύ σημαντικό το θεραπευτικό πρωτόκολλο να έχει σα στόχο την αντιμετώπιση της αιτίας και όχι του συμπτώματος ώστε να είναι αποτελεσματικό, ενώ θα πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ τενοντίτιδας και τενοντοπάθειας. Στην τενοντοπάθεια χρειάζεται να δίνεται έμφαση στην παραγωγή και την ωρίμανση του κολλαγόνου. Μερικές από τις πιο αποτελεσματικές και σύγχρονες θεραπευτικές προσεγγίσεις γύρω από το θέμα παρουσιάζονται στη συνέχεια.
Η θεραπεία με τη χρήση κρουστικού υπερήχου είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική σε περιπτώσεις τενοντοπάθειας. Τα κρουστικά κύματα που εφαρμόζονται στον προσβεβλημένο τένοντα, θεωρείται πως προκαλούν τραυματισμό άρα και διέγερση της φλεγμονώδους αντίδρασης γεγονός που θα συμβάλει σε παραγωγή κολλαγόνου και ταχύτερη επούλωση του ιστού.
H κρυοθεραπεία μπορεί να συμβάλει θετικά στην αντιμετώπιση της τενοντοπάθειας αφού λόγω της αγγειοσυστολή που προκαλεί, μειώνει την άναρχη νεοαγγείωση που παρατηρείται σε έναν εκφυλισμένο τένοντα ενώ σημαντική είναι και η αναλγητική δράση της.
Η αύξηση παραγωγής κολλαγόνου και η αναδιοργάνωση αυτού επιτυγχάνεται και από μέσα όπως ο βελονισμός και ο ηλεκτροβελονισμός, όπου φαίνεται πως η είσοδος της βελόνας στον ιστό είναι ικανή να διεγείρει τις διαδικασίες αυτές. Επίσης ο βελονισμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως μέσω αντιμετώπισης του πόνου λόγω των αναλγητικών δράσεων του.
Η χρήση του πλέον εξελιγμένου μέσου θεραπείας Human Tecar ενδείκνυται για περιπτώσεις τενοντοπάθειας και φέρει άμεσα αποτελέσματα. Κινητοποιώντας τα ηλεκτρικά φορτία που υπάρχουν στο σώμα μας, προκαλεί έντονη διέγερση στον κυτταρικό μεταβολισμό ενώ μπορεί να εφαρμοστεί ταυτόχρονα με τεχνικές κινητοποίησης.
Επίσης ειδικές τεχνικές μάλαξης όπως η μυοπεριτονιακή απελευθέρωση και η εγκάρσια μάλαξη στον τένοντα έχουν θέση στα θεραπευτικά πρωτόκολλα. Η τεχνικές πάνω στον τένοντα αυξάνουν την κυκλοφορία και τον κυτταρικό μεταβολισμό, αυξάνοντας έτσι την ινοβλάστικη δραστηριότητα ενώ η μυοπεριτονιακή μάλαξη βοηθά στην αύξηση της ελαστικότητας των μυών και άρα στη μείωση της τάσης που υφίσταται ο εκφυλισμένος τένοντας.
Κλασσικά φυσικά μέσα όπως ο υπέρηχος, η ιοντοφόρεση, η φονοφόρεση και τα laser χαμηλής ισχύος έχουν θέση στα θεραπευτικά πρωτόκολλα που αφορούν την τενοντοπάθεια και μπορούν να χρησιμοποιηθούν στα αρχικά κυρίως στάδια της αποκατάστασης.
Σημαντική είναι επίσης και η εκπαίδευση του ασθενούς ώστε να εκτελεί τις καθημερινές δραστηριότητες εργονομικά χωρίς να φορτίζει τον ήδη εκφυλισμένο ιστό. Απαραίτητη είναι επιπλέον κατά της διάρκεια του προγράμματος αποκατάστασης η ανάπαυση και η διακοπή των δραστηριοτήτων που φορτίζουν και καταπονούν τον προσβεβλημένο τένοντα προκειμένου να δοθεί χρόνος για αποθεραπεία.
Επικουρικά με τα θεραπευτικά μέσα μπορούν να χρησιμοποιούνται από τον ασθενή ειδικοί νάρθηκες, οι οποίοι έχουν σα στόχο τη μείωση των φορτίων που δέχονται οι τένοντες και τον περιορισμό της κίνησης ενίοτε, ενώ επίσης μπορούν να εφαρμοστούν ειδικές ανελαστικές και ελαστικές (kinesiotaping) περιδέσεις.
Τέλος ο σχεδιασμός ενός προοδευτικού και εξατομικευμένου προγράμματος άσκησης είναι αναπόσπαστο κομμάτι της αποκατάστασης της τενοντοπάθειας με στόχο την ομαλή επανένταξη του ασθενούς στις δραστηριότητες.
Ειδικά η πλειομετρική άσκηση (ο μυς επιμηκύνεται ελεγχόμενα υποχωρώντας σε μία εξωτερική δύναμη πχ βαρύτητα) έχει αποδειχθεί πως είναι χρήσιμη στην αντιμετώπιση τενοντοπάθειας λόγω του ότι η φόρτιση που δέχεται ο τένοντας όταν πραγματοποιείται πλειομετρική συστολή επιταγχείνει το μεταβολισμό των τενοντοκυττάρων. Άρα σκόπιμο είναι να συμπεριλαμβάνεται στο ασκησιολόγιο του ασθενούς. Ασκήσεις ελαστικότητας επίσης θα πρέπει να εφαρμόζονται ώστε να επανέλθει η ελαστικότητα των ρικνωμένων μυών και τενόντων.
Στο Φυσιοθεραπευτήριο Ε. Γεωργακόπουλος στην Αθήνα υπάρχει η εμπειρία, η γνώση και ο εξοπλισμός για την αποκατάσταση της τενοντοπάθειας.